Σάββατο 28 Μαρτίου 2020

Νικήτας Χωνιάτης, ὁ θάνατος τοῦ Ἀνδρόνικου Α΄ (1185)



...Ὁ Ἀνδρόνικος κλείστηκε στὴ φυλακὴ τοῦ Ἀνεμᾶ μὲ δυὸ παχιὲς ἁλυσίδες στὸ λαιμό του, καὶ τὰ πόδια του δέθηκαν μὲ σίδερα. Μὲ αὐτὴ τὴν ἐμφάνιση παρουσιάστηκε στὸν βασιλιὰ Ἰσαάκιο. Χτυπήθηκε στὸ πρόσωπο, κλωτσήθηκε στοὺς γλουτούς, τὰ γένια του ξεριζώθηκαν, τὰ δόντια του ἐκριζώθηκαν, κουρεύτηκε σύριζα, καὶ δόθηκε ὡς παίγνιο σὲ ὅλους τοὺς συγκεντρωμένους. Χτυπήθηκε ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὶς γυναῖκες μὲ γροθιὲς στὸ στόμα του· περισσότερο ἀπὸ ἐκεῖνες τῶν ὁποίων τοὺς συζύγους ὁ Ἀνδρόνικος εἶχε ἐκτελέσει ἢ τυφλώσει. Ἔπειτα τοῦ ἔκοψαν τὸ δεξὶ χέρι μὲ τσεκούρι καὶ τὸν πέταξαν στὴν ἴδια φυλακή, ἄσιτο, ἄποτο, μὲ κανέναν νὰ τὸν φροντίζει.

Μετὰ ἀπὸ κάποιες ἡμέρες, τοῦ ἐξόρυξαν τὸ ἕνα μάτι, καὶ, καθίζοντάς τον σὲ μιὰ ψωριάρα καμήλα, τὸν περιέφεραν διὰ τῆς ἀγορᾶς. Ἔμοιαζε μὲ ἕνα ἄφυλλο καὶ μαραμένο δέντρο· τὸ γυμνὸ κρανίο του του, πιὸ φαλακρὸ κι ἀπὸ ἀβγό, ἔλαμπε στὰ μάτια ὅλων· τὸ σῶμα του καλυπτόταν ἀπὸ πενιχρὰ κουρέλια: ἕνα θέαμα ἐλεεινὸν ποὺ προκαλοῦσε πηγὲς δακρύων σὲ μάτια ἥμερων ἀνθρώπων. […] Μερικοὶ τοῦ κτυποῦσαν τὸ κεφάλι μὲ ρόπαλα, ἄλλοι τοῦ μόλυναν τὰ ρουθούνια μὲ κοπριὲς ἀγελάδων, ἄλλοι ἄλειφαν μὲ σφουγγάρια στὸ πρόσωπό του λύματα ἀνθρώπων καὶ βοδιῶν. Ἕτεροι αἰσχρορρημονοῦσαν τὴ μητέρα καὶ τοὺς λοιποὺς προγόνους του. Ἄλλοι τρυποῦσαν μὲ σουβλιὰ τὰ πλευρά του. Οἱ πιὸ ξεδιάντροποι τὸν λιθοβολοῦσαν καὶ τὸν ἀποκαλοῦσαν λυσσασμένο σκυλί. Μιὰ πόρνη τοῦ πέταξε στὸ πρόσωπο ζεστὸ νερό. Ἔτσι ἐξευτελιζόμενος, ὁ Ἀνδρόνικος ὁδηγήθηκε στὸ θέατρο, σὲ ἕναν γελοιώδη θρίαμβο, καθήμενος πάνω στὴν πλάτη μιᾶς καμήλας. Ὅταν κατέβηκε, ἀμέσως τὸν κρέμασαν ἀνάποδα ἀπὸ τὰ πόδια σὲ δύο στύλους. 

Ὅσο ὑπέφερε ὅλες αὐτὲς τὶς συμφορὲς καὶ ἀμέτρητες ἄλλες ποὺ παρέλειψα, ἄντεχε ἀκόμη γενναῖα τὰ βάσανα ποὺ τοῦ ἔκαναν, καὶ διατηροῦσε τὶς αἰσθήσεις του. Πρὸς ἐκείνους ποὺ τὸν χτυποῦσαν ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλλον, γυρνοῦσε καὶ δὲν ἔλεγε τίποτε ἄλλο παρὰ «Κύριε, ἐλέησον» καὶ «Γιατὶ χτυπᾶτε κι ἄλλο ἕνα τσακισμένο καλάμι;». Δὲν λυπήθηκαν τὶς σάρκες του, ἀλλὰ βγάζοντάς του τὸ χιτώνιο, τοῦ ἐπιτέθηκαν στὰ μόρια. Ἕνας ἀνόσιος ἄνδρας βύθισε τὸ ἐπίμηκες ξίφος του μέσα στὰ σπλάγχνα του βάζοντάς το ἀπὸ τὸ φάρυγγα. Μερικοὶ Λατίνοι βύθισαν τὰ ξίφη τους στὴν ἕδρα του. Μετὰ ἀπὸ τόσα παθήματα, ὁ Ἀνδρόνικος ἀπέρρηξε τὴ ζωή, ἐκτείνοντας τὸ δεξί του χέρι μετ’ ὀδύνης καὶ φέρνοντάς το στὸ στόμα του, ὥστε στοὺς πολλοὺς φάνηκε ὅτι βύζαινε τὸ ζεστὸ ἀκόμη αἷμα ποὺ ἔτρεχε ἀπὸ τὸν πρόσφατο ἀκρωτηριασμό.

Νικήτας Χωνιάτης, 349.93-351.55, ἔκδοση J.-A. van Dieten.
Μετάφραση δική μου βασιζόμενη σὲ μεγάλο μέρος στην ἀγγλικὴ τοῦ Νικήτα Χωνιάτη ἀπὸ τὸν Harry J. Magoulias, O City of Byzantium, Annals of Niketas Choniates.
Πηγὴ εἰκόνας: Wikipedia.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.