Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2020

Μανουὴλ Α΄ καὶ Κορράδος (1147)





Τὸ 1147, ὁ αὐτοκράτορας Μανουὴλ Α΄ Κομνηνὸς λέει στὸν γερμανὸ ρήγα Κορράδο (Conrad III), ἀφότου ὁ βυζαντινὸς στρατὸς εἶχε νικήσει τοὺς Σταυροφόρους ποὺ προέβησαν σὲ ἐπιθετικὲς κινήσεις στὰ περίχωρα τῆς Κωνσταντινούπολης:

Δὲν καταλαβαίνεις ὅτι εἶσαι σὰν σπουργιτάκι κλεισμένο στὰ χέρια μας κι ἂν θελήσουμε σὲ ἀφανίζουμε; Κατάλαβε λοιπὸν ὅτι τὴ χώρα τούτη τὴν κατέχουν αὐτοί, ποὺ οἱ πρόγονοί τους ἔφθασαν πολεμώντας στὰ πέρατα τῆς γῆς καὶ κατάκτησαν καὶ σᾶς καὶ ὅλα τὰ ἔθνη ποὺ βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο

«Οὐκ οἶσθα, ὅτι καθαπερεὶ στρουθίον ὑπὸ ταῖς ἡμετέραις γεγένησαι ἤδη παλάμαις; Κἂν θελήσωμεν, οὐκ ἂν φθάνοις αὐτίκα παραπολλύμενος. Ἐννόησον ὡς ἐκεῖνοι τὴν χώραν κατέχουσι ταύτην, ὧν οἱ πρόγονοι πᾶσαν τὴν γῆν περιῆλθον τοῖς ὅπλοις, ὑμῶν τε αὐτῶν καὶ λοιπῶν ἁπάντων τῶν ὑφ’ ἡλίῳ ἐκυρίευσαν ἐθνῶν».



Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2020

Τὸ Βυζάντιο ἀνάμεσα σὲ δύο θεοκρατίες

«Οἱ Βυζαντινοὶ τοῦ πρώιμου Μεσαίωνα, ζώντας ἀνάμεσα στὸ Ἰσλάμ, ὅπου θρησκεία καὶ νόμος ἦταν ἕνα, καὶ σὲ μιὰ Δυτικὴ Εὐρώπη ὅπου ἡ θρησκεία εἰσέβαλλε μέσα ἀπὸ χάσκοντα ρήγματα στὴ δομὴ τῆς κοινωνίας [*], ἤξεραν νὰ κρατοῦν τὸ Ἅγιο ἐκεῖ ποὺ τὸ χρειάζονταν»
Peter Brown, Ἡ Κοινωνία καὶ τὸ Ἅγιο στὴν Ὕστερη Ἀρχαιότητα

[*] ἐννοεῖ: ἀφότου κατέρρευσε κάθε ἔννοια κράτους.

Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2020

Πολυπολιτισμικότητα καὶ Ἀλεξάνδρεια

Στὸ παρακάτω ἑλληνικὸ ἀλεξανδρινὸ κείμενο (μὲ νεότερο τίτλο Acta Alexandrinorum, 8.22-53) τοῦ 2ου μ.Χ. αἰώνα, γραμμένο ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τῶν Ἑλλήνων τῆς Ἀλεξάνδρειας, καταφθάνουν στὴ Ρώμη ταυτόχρονα πρεσβεῖες τῶν «Ἀλεξανδρινῶν» (Ἑλλήνων) καὶ Ἰουδαίων γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὔνοια τοῦ Τραϊανοῦ. Ἡ σύζυγός του, Πλωτίνα, συμπαθοῦσε τοὺς Ἰουδαίους καὶ εἶχε πείσει τὸν Τραϊανὸ νὰ πάρει τὸ μέρος τους. Πράγματι ὁ αὐτοκράτορας κατσαδιάζει τοὺς Ἕλληνες ποὺ μόλις τὸν εἶχαν χαιρετίσει. Καὶ μόνο ὅταν ἡ προτομὴ τοῦ Σέραπη, τὴν ὁποία εἶχαν φέρει μαζί τους οἱ Ἀλεξανδρινοὶ Ἕλληνες, ἄρχισε νὰ ἱδρώνει μπροστὰ στὸν αὐτοκράτορα, αὐτὸς θαύμασε.


…ἔμαθεν ὁ αὐτοκράτωρ ὅτι πάρεισι πρέσβεις Ἰουδαίων καὶ Ἀλεξανδρέων, καὶ ἐτάξαντο τὴν ἡμέραν ὅτε ἀμφοτέρων ἀκούσεται. Ἡ δὲ Πλωτεῖνα ἀπαντᾷ τοὺς συνκλητικοὺς παραγενέσθαι κατὰ Ἀλεξανδρέων καὶ τοῖς Ἰουδαίοις βοηθῆσαι. Καὶ πρῶτοι εἰσελθόντες οἱ Ἰουδαῖοι ἀσπάζονται τὸν αὐτοκράτορα Τραϊανόν· ὁ δὲ Καῖσαρ εὐμενέστατα αὐτοὺς ἠσπάσατο, καὶ αὐτὸς ἤδη προπεπεισμένος ὑπὸ τῆς Πλωτίνης. Μετ’ αὐτοὶς εἰσέρχονται Ἀλεξανδρέων πρέσβεις καὶ ἀσπάζονται τὸν αὐτοκράτορα. Ὁ δὲ οὐκ ἀπηντήσατο, ἀλλ’ εἶπεν· χαιρετίζετέ με ὡς ἄξιοι τυγχάνοντες τοῦ χαίρειν, τοιαῦτα χαλεπὰ τολμήσαντες Ἰουδαίοις; […] Ἑρμαΐσκος εἶπεν· ἀλλὰ λυπούμεθα ὅτι τὸ συνέδριόν σου ἐπλήσθη τῶν ἀνοσίων Ἰουδαίων. Καῖσαρ εἶπεν· ἴδε δεύτερόν σοι λέγω, Ἑρμαΐσκε· αὐθάδως ἀποκρίνῃ πεποιθὼς τῷ σεαυτοῦ γένει. Ἑρμαΐσκος εἶπεν· τί αὐθάδως ἀποκρίνομαι, μέγιστε αὐτοκράτωρ; Δίδαξόν με. Καῖσαρ εἶπεν· ὅτι τὸ συνέδριόν μου Ἰουδαίων ἐποίησας. Ἑρμαΐσκος· οὔκουν χαλεπόν ἐστι τὸ ὄνομα τῶν Ἰουδαίων; ὀφείλεις οὖν πάλι τοῖς σεαυτοῦ βοηθεῖν καὶ μὴ τοῖς ἀνοσίοις Ἰουδαίοις συνηγορεῖν. Ταῦτα λέγοντος Ἑρμαΐσκου ἡ τοῦ Σαράπιδος προτομὴ ἣν ἐβάσταζον οἱ πρέσβεις αἰφνίδιον ἵδρωσεν, θεασάμενος δὲ Τραϊανὸς ἀπεθαύμασεν...