Κυριακή 28 Μαρτίου 2021

ἰδεολογικὰ ρεύματα τῆς Ὕστερης Ἀρχαιότητας

 

...Μεταξὺ 235 καὶ 284 δὲν ὑπάρχει σχεδὸν καθόλου ἐθνικὴ λατινικὴ γραμματεία […] Ἡ Ρώμη, ὡς πνευματικὸ κέντρο, γνωρίζει σταδιακὴ παρακμή, καθὼς πολλοὶ συγγραφεῖς κατάγονται πλέον ἀπὸ τὴν Ἀφρική (2ος – 4ος αἰώνας) καὶ κατὰ δεύτερο λόγο ἀπὸ τὴ Γαλατία (5ος αἰώνας), τὴν Ἰταλία (6ος αἰώνας) καὶ τὴν Ἱσπανία (4ος – 8ος αἰώνας).

 

[…] …παρατηρουμε, λίγο πρὶν καὶ κατὰ τὴν ἐμφάνιση τοῦ χριστιανισμοῦ, τὴν κυριαρχία ἀντιλήψεων ποὺ ἐμμένουν κυρίως στὸ πρακτικὸ της μέρος, παρὰ στὸ θεωρητικό. Τόσο ὁ ἐπικουρισμὸς…ὅσο καὶ ὁ στωικισμός…ἑστιάζουν τὴ διδασκαλία τους περισσότερο στὶς ἠθικὲς στάσεις ζωῆς· δηλαδή, σὲ τρόπους ἀτομικῆς κυρίως συμπεριφορᾶς, τοὺς ὁποίους ὁ καθένας θὰ μποροῦσε σχετικὰ εὔκολα ν’ ἀκολουθήσει. […] Ἀπὸ τὸν δεύτερο αἰώνα καὶ μετά, σημειώνεται οὐσιαστικὰ τὸ τέλος τόσο τοῦ στωικισμοῦ, ὅσο καὶ τοῦ ἀριστοτελισμοῦ … μετὰ τὸ ἀριστοτελικὸ Ἀλέξανδρο Ἀφροδισιέα (Σχολάρχης Ἀθηνῶν 198-211), δὲν συναντοῦμε πιὰ στοχαστὲς ποὺ νὰ ἐκφράζουν σαφῶς αὐτὰ τὰ δυὸ μεγάλα ἰδεολογικὰ ρεύματα. Ἀλλὰ καὶ ὁ κύριος ἀντίπαλος τοῦ στωικισμοῦ, ὁ ἐπικουρισμός, μὲ τὴν ἀντίθεσή του…δὲν δίνει ὀνομαστοὺς φιλοσόφους μετὰ τὸν δεύτερο αἰώνα. […]

Ὅλοι οἱ μελετητὲς ἀναγνωρίζουν ὅτι ἡ γενιὰ ποὺ ἀκολούθησε τοὺς μαθητὲς τῶν ἀποστόλων γνώρισε μιὰ μεγάλη ἐσωτερικὴ κρίση. Οἱ διασπάσεις καὶ οἱ φατριασμοὶ μέσα στὴν χριστιανικὴ κοινότητα ἦταν, βέβαια, γεγονὸς ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν ἀποστόλων. Φαίνεται, ὅμως, ὅτι ἰδιαίτερα κατὰ τὴν περίοδο 100 – 180 ἡ Ἐκκλησία εἰσῆλθε σ’ ἕνα σκοτεινὸ «τοῦνελ» ἐσωστρέφειας, μέσα στὸ ὁποῖο ἀντιμετώπισε τρομερὲς διαμάχες μὲ τὸν ἰουδαϊσμό –εἰδικὰ μετὰ τὴν καταστροφὴ τῶν Ἱεροσολύμων τὸ 70 μ.Χ. γιὰ τὴν ὁποία θεωρήθηκε «ὑπεύθυνη»– καὶ κυρίως μὲ τὸν γνωστικισμό. Σ’ αὐτὰ θὰ πρέπει νὰ προστεθεῖ καὶ τὸ ἀμείλικτο ἐρώτημα σχετικὰ μὲ τὴν καθυστέρηση τῆς ὑπεσχεμένης Δευτέρας Παρουσίας…

Τὸ τί συνέβη κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ δὲν εἴμαστε σὲ θέση νὰ τὸ γνωρίζουμε ἐπακριβῶς, κι ἴσως νὰ μὴν τὸ μάθουμε ποτέ. Γνωρίζουμε μόνο ὅτι βγαίνοντας ἀπ’ αὐτὴ τὴ δύσκολη ἀναμέτρηση, ἡ Ἐκκλησία εἶχε μιὰ διαμορφωμένη, σὲ μεγάλο βαθμό, διδασκαλία, ὁμολογία βαπτίσματος, κανόνα βιβλίων τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ νέα ἱεραρχικὴ ὀργάνωση μὲ ἐπισκόπους. […] Στὰ τέλη τοῦ 2ου αἰώνα, ὅμως, ἡ Ἐκκλησία παρουσιάζεται πιὸ σίγουρη γιὰ τὶς δογματικὲς διδασκαλίες της. Ἡ νίκη της στὴ μεγάλη μάχη μὲ τὴν ἀτομοκρατικὴ-πνευματοκρατικὴ αὐθαιρεσία τοῦ γνωστικισμοῦ…τῆς εἶχε ἐξασφαλίσει ἐπιπλέον ἕνα πολύτιμο θεσμό: αὐτὸν τοῦ μονάρχη ἐπισκόπου, τὴ συγκεντρωτική, δηλαδή, μορφὴ ἐξουσίας, ποὺ χρειαζοταν γιὰ νὰ…πειθαρχήσει τὶς φυγόκεντρες δυνάμεις. […]

Ἂν ὁ χριστιανισμὸς δὲν διεκδικοῦσε καὶ δὲν προστάτευε μὲ τόσο ἀσυμβίβαστα ἀπόλυτο τρόπο τὴν αὐτοτέλεια καὶ τὴν ἰδιαιτερότητά του, θὰ εἶχε ἐξελιχθεῖ σὲ μία ἀπ’ τὶς ἑκατοντάδες ἄλλες θρησκευτικὲς κοινότητες τῆς πλουραλιστικῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας ποὺ γρήγορα ἐνσωματώνονταν στὶς παλιότερες πεποιθήσεις, καλύπτοντας λατρευτικὰ κενὰ καὶ ἐλλείψεις θεοτήτων σὲ πιὸ ἐξειδικευμένους τομεῖς τῆς ζωῆς.

Δ. Ἀγγελῆς, Ἰδεολογικὰ ρεύματα τῆς Ὕστερης Ἀρχαιότητας, Ἀθήνα 2005, σσ. 29 – 56.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.